Article
Δημητσάνα
Δημητσάνα
Η παλαιά Μονή Φιλοσόφου είναι η πιο ιστορική και παλαιά μονή της Αρκαδίας (10ος αιώνας) και από τα παλαιότερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας. Σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε το 963 από τον Ιωάννη Λαμπαρδόπουλο, τον επονομαζόμενο “φιλόσοφο”, γραμματέα του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά. Από την επωνυμία αυτή του ιδρυτού πήρε η Μονή το όνομά της. Η παλαιά Μονή βρίσκεται μέσα σε άγρια και μεγαλοπρεπή χαράδρα και 200 μέτρα πάνω από την κοίτη του ποταμού Λούσιου, στο κοίλωμα ενός ψηλού και απότομου βράχου. Εκτείνεται σε μία στενή και επιμήκη κοιλότητα. Σώζεται ακέραια και αποτελεί θαυμαστό δείγμα βυζαντινής αρχιτεκτονικής του 10ου αιώνα με αξιόλογες τοιχογραφίες. Είναι χτισμένη με απλή λιθοδομή και στην εξωτερική της εμφάνιση δημιουργεί την εντύπωση ενός στερεού αρχιτεκτονικού χτίσματος χωρίς ιδιαίτερη χάρη.
Στη θέση αυτή σώζονται σήμερα ο βυζαντινός ναός (Καθολικό), πραγματικό αριστούργημα αρχιτεκτονικής. Είναι ναός τετράστυλος σταυροειδής εγγεγραμμένος με οκτάπλευρο τρούλο. Ο ναός εκοσμείτο από τοιχογραφίες εξαιρετικής τέχνης, από τις οποίες σήμερα σώζονται μόνον σπαράγματα. Σώζονται επίσης ερείπια κελιών και άλλων κτισμάτων, το εξωτερικό προστατευτικό τείχος – κτισμένο μετά την Άλωση – ερείπια δύο πυργίσκων πάνω από τη μονή στο βράχο, αγωγός νερού που τροφοδοτούσε τη Μονή με νερό από πηγή, και μια στέρνα. Η μονή είναι γνωστή σαν “Κρυφό Σχολειό”, γιατί σύμφωνα με την παράδοση λειτουργούσε εκεί στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σχολείο που αργότερα εξελίχθηκε – στη Νέα Μονή – σε σημαντική ιερατική σχολή. Η Μονή γνώρισε μεγάλη άνθιση τον 17ο αι. περίοδο κατά την οποία κτίσθηκε και η Νέα Μονή, χωρίς όμως να εγκαταλειφθεί η παλαιά.
Το Έθνος, κατά τους δύο πρώτους αιώνες μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, δεν είχε παιδεία. Όμως το γεγονός ότι στη μονή υπάρχουν εγγράμματοι μοναχοί στα μέσα του 16ου αι. σημαίνει ότι οι παλαιότεροι μοναχοί δίδασκαν τους νεότερους. Γιατί όμως μόνον τους μοναχούς και όχι και όποιον άλλον ήθελε να μάθει γραφή και ανάγνωση.
Οι υπόδουλοι Έλληνες μόνον την παιδεία είχαν να αντιτάξουν στη βία, στον εξισλαμισμό, στο παιδομάζωμα του κατακτητή. Οι νέοι καταφεύγουν στο μοναστήρι για να μάθουν να διαβάζουν και να ψάλλουν και βέβαια δεν το κάνουν φανερά και απροκάλυπτα αλλά με προφυλάξεις και συχνά της νύχτα ….. φεγγαράκι μου λαμπρό, φέγγε μου να περπατώ ….. λέει το προεπαναστατικό τραγούδι και ο υπόδουλος λαός έδωσε στο Μοναστήρι τον πιο τιμητικό τίτλο: το Κρυφό Σχολειό.
Η παράδοση αυτή συνεχίστηκε και το μοναστήρι παιδευτήριο του υπόδουλου Έθνους στελέχωσε Εκκλησία και Παιδεία, αφού οι τρόφιμοι της Μονής Φιλοσόφου γίνονταν δάσκαλοι, αρχιερείς και πατριάρχες. Από τους αποφοίτους της Σχολής αυτής οκτώ έγιναν Πατριάρχες. Ο τελευταίος, ο Γρηγόριος ο Ε’. για τον οποίον η αγχόνη στήθηκε ανήμερα το Πάσχα 10 Απριλίου 1821, στη Κεντρική πύλη του Πατριαρχείου της Κων/πολεως.
Αλλά και 78 αρχιερείς μαθήτευσαν στη Σχολή. Μεταξύ αυτών ο εθνεγέρτης Παλαιών Πατρών Γερμανός και νωρίτερα ο Μητροπολίτης Λακεδαιμονίας Ανανίας που θανατώθηκε το 1764 για τη συμμετοχή του σε προετοιμασία επαναστατικών κινήσεων.
Το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στη Δημητσάνα είναι ένα θεματικό μουσείο που προβάλλει τη σημασία της υδροκίνησης στην παραδοσιακή κοινωνία, παρουσιάζοντας τις βασικές προβιομηχανικές τεχνικές που χρησιμοποιούν το νερό ως κύρια πηγή ενέργειας για την παραγωγή διαφόρων προϊόντων.
Σε έκταση ενός στρέμματος, μέσα σε πυκνή βλάστηση και άφθονα τρεχούμενα νερά, έχει αποκατασταθεί ένα σύνολο εγκαταστάσεων και υδροκίνητων μηχανισμών, με σκοπό τη μουσειακή αξιοποίησή τους. Κάθε ένα από τα αναστηλωμένα κτήρια των παλιών παραδοσιακών εργαστηρίων έχει μια μόνιμη έκθεση με θεματικό περιεχόμενο σχετικό με το εργαστήριο στο οποίο στεγάζεται.
Το πρώτο κτήριο στεγάζει μια νεροτριβή κι έναν αλευρόμυλο. Στην περιοχή της Δημητσάνας δούλευαν ως τα μέσα του 20ού αιώνα είκοσι περίπου στεγασμένες ή υπαίθριες νεροτριβές, όπου πλένονταν τα υφαντά (βελέντζες, μπατανίες, τσέργες και τσόλια). Η τέχνη του νεροτριβιάρη ή ντριστελιάρη φαινόταν από τον σωστό υπολογισμό του χρόνου παραμονής στον κάδο κάθε είδους υφαντού. Δίπλα έχει αποκατασταθεί ένας αλευρόμυλος με οριζόντια φτερωτή. Εδώ ο επισκέπτης μπορεί να ρίξει σπόρους καλαμποκιού στη σκαφίδα και να παρακολουθήσει πώς ο καρπός αλέθεται από τις μυλόπετρες και πέφτει στην αλευροδόχη. Το διπλανό δωματιάκι με το τζάκι στέγαζε την κατοικία του μυλωνά, όπου η -κατά κανόνα πολυμελής- οικογένειά του έστηνε κάθε βράδυ τη στρωμνή στο πατάρι για να κοιμηθεί παραταγμένη.
Το 1986, ξεκίνησε εκτεταμένο πρόγραμμα εθνολογικής έρευνας και αρχιτεκτονικής αποτύπωσης των εργαστηρίων. Το έργο χρηματοδοτήθηκε από το Β' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, με την υποστήριξη της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε με τη δημιουργία του Υπαίθριου Μουσείου Υδροκίνησης.
Οι αναστηλωτικές εργασίες έγιναν με ιδιαίτερο σεβασμό, ώστε οι επεμβάσεις στα κελύφη να μην αλλοιώσουν την αυθεντική μορφή των κτισμάτων. Παράλληλα, οι μόνιμοι εξοπλισμοί των εργαστηρίων αποκαταστάθηκαν στην αρχική τους λειτουργία.
Το 2006, με χρηματοδότηση από το Γ' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και την Τράπεζα Πειραιώς, στο Μουσείο προστέθηκε Υπαίθριος Χώρος Στάθμευσης, ενώ παράλληλα διαμορφώθηκαν Αίθουσα Πολλαπλών Χρήσεων και χώρος για τη στέγαση των γραφείων του Μουσείου.
Το 2009, αναδιαμορφώθηκε η είσοδος του Μουσείου με το εκδοτήριο εισιτηρίων, ενώ δημιουργήθηκε και πωλητήριο.
Το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης έχει τιμηθεί με το Europa Nostra Award 1999.
Το 2003, επίσης, συμπεριλήφθηκε στα 27 πιο επιτυχημένα έργα στην Ελλάδα που συγχρηματοδοτήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση.